14/8/19

η ξαδερφοχάραινα...

Ι.Α.Αναπλιώτης =Αντώνης Λεκόπουλος 1885-1951, ο Σουρής τ' Αναπλιού,

σε ένα βαρύ φύλλο κιτρινισμένο χαρτί, με την ωραία βυζαντινή γραφή του πατέρα, πρέπει να είμουν λιγότερο από τεσσάρων, μας το μάθανε, ακόμη από μνήμης αλλά μάλλον θα διαβαστεί, μην  γίνει κανένα λάθος σε μία εκδήλωση όπου όλα τα παλιά αναπλιωτάκια έχουν δηλώσει το παρόν:

Η κυρά Νιαρνάραινα/η ξαδερφοχάραινα/Ψυχοψυκικάραινα/Ολουνών ξαδέρφι/Ολουνών συγγένισσα/Κι ολουνών κουμπάρα/Η κυρά Νιαρνιάραινα/του Γιώργη του Νιαρνιάρα/Που είχε μαραγκούδικο/Ξυλοπελεκούδικο/Πεθαμενατζούδικο/στο στενό του Χρόνη (πάνωθε μας, δηλαδής, στις σκάλες του Παλαβιτσίνη) /Και τον προτιμούσανε Φίλοι και γειτόνοι
(...)
Αν τυχόν πεθάνη!/Μη....μας... λησμονήσετε,
Να μας προτιμήσετε!...,
Ως γνωστόν ο άντρας μου/Ως γνωστόν ο Γιώργης μου,
Φίνες κάσες φτιάνει...
Κι από τα πειό καλλίτερα,/κι από τα πειό ομορφότερα/Υλικά θα βάνη/Κι έκπτωση θα κάνη...
 στην αυλή της γιαγιάς μας, της Γιακαλούς, 1 έτους, τον έτρεφε τόσο η Γιακαλού που ο πιτσιρικάς παρ' ολίγον να καταντήσει παχύσαρκο, είδε κι έπαθε η μάνα μας να τον κάνει μετά κανονικό παιδάκι....της τον είχε αναθέσει στην Πυθίας, στην Κυψέλη, διότι δούλευε σε τρεις δουλειές παραλλήλως και κρατούσε και το ιατρείο του Ιμπροχώρη στον Πειραιά, συν-εξόριστο με τον παππού τον Κώστα σε όλα τα ξερονήσια, την κόρη του την Καίτη, ηθοποιό, βλέπαμε ως πρόσφατα....

1955/ Μάης, η εγγλέζικη τραπεζαρία δια χειρός Βαράγκη έλαμπε -σαν τώρα θυμάμαι που φώναζε η μητέρα μας έναν επιπλοποιό και γυάλιζε τραπέζι, καρέκλες και μπουφέ, με το χέρι κι ένα στουπί, τουλάχιστον κάθε δύο χρόνια-  αυτά, που κλαψούριζε ο αδερφός, διότι διαλύοντας το σπίτι πάνου, μετά τον θάνατο των γονιών, πακετάκι οι θάνατοι, δεν χώραγαν να κατεβούν στην αποθήκη, κλαψούριζε από τας Βρυξέλλας: "μα να δώσεις την τραπεζαρία μας", -- "άσε μας παιδάκι μου, έλα και κάνε συ τα αεροπλανικά σου να βρεθούν στην αποθήκη, α, μα....", Γιωργής ετών 5μισυ... με τα πρώτα του φρέσκα γυαλάκια.... για να είμαστε ξηγημένοι δωμέσα, ολόκληρος "γάιδαρος" ήσουν, που έλεγε η μάνα μας, όταν είμουν 9, εσύ, κοντά 14, έκατσες και "ξεπάστρεψες" την  τούρτα μου, σαν καληώρα στην φωτό, κι είχα μεγάλο πάρτυ την επαύριο, άνοιξες ένα βλέφαρο κι είπες στη μάνα μας "αν ψάχνεις την τούρτα, την έφαγα εγώ", 5 τουλάχιστον κιλά τούρτα, στον Θεό σου!!!!! τους λαχτάρισες τους αθρώπους που κάτσανε και σε ξενυχτίσανε μη και έχεις πάθει κάτι, μπα, μια χαρά εξημέρωσες, μόνο η μάνα έκατσε άυπνη και ξανασκάρωσε τούρτα γλήγορα-γλήγορα, μεταξύ εξαγωγών και ισοπόσων σφραγισμάτων, στο πάρτυ, σαβούρωσες 5-6 κομμάτια στη ζούλα, να κάτι τέτοια σκάρωνες....γλυκατζή, ε, γλυκατζή!!!
*
αφού πεθάνανε όοοοολοι, ο πατέρας, η γιαγιά η Μαρίκα, η θεία η Δέσποινα, η μάνα ως Μαρία-Θηρεσία, ο θείος Τάκης και η άλλη θεία Δέσποινα, πήρε σειρά και το τσικό, να μιλήσεις, δεν μπορούσες καλά, αλλά το μυαλό ξουράφι (που έλεγε ο πατέρας μας), ψαλμούδισες ένα "χρόνια σου πολλά", "να σε χαίρομαι αζιρφάκι", πέρυσι τον Δεκαπενταύγουστο, όταν έσκυψα πάνωθέ σου, όλο το παλιό Ανάπλι έχει κινητοποιηθεί για να είναι στο Φουγάρο. Be there.


Hadjidakis-Fleury Dadonaki: I love you - Σ' αγαπώ

Που πια δεν έχω τίποτε άλλο Μες στους τέσσερις τοίχους, το ταβάνι, το πάτωμα Να φωνάζω από σένα και να με χτυπά η φωνή μου Να μυρίζω από σέν...