1970 ανάρτηση-2020
δυστυχώς, ένα κακοβουλότατο, μού έχει αποστερήσει τις φωτός των δικών μου στον γάμο τους, δύο πανέμορφα κουκλιά, η μάνα σκουρόχρωμη κι ο πατέρας ξανθογάλανος, το κακοβουλότατο, που είχε το άθλιο γούστο ο αζιρφός να συμπορευτεί μαζί του, τις παρακρατεί...
παντρευτήκαν στις 31 Δεκεμβρίου 1943 στον Άη Γιώργη τον Καρύτση, νεολαίοι, σπουδάζοντας ακόμη, η γιαγιά εκ πατρός, έξαλλη, αυτή την νύφη δεν ήθελε επ' ουδενί, θεωρούσε τον μοναχογιό της υπερ~ πολύτιμο, τον προόριζε για μία Δέσποινα τ' Αναπλιού, έλα μου, όμως, που ο νεαρός είχε ήδη έρωντα με την μάνα από τα θρανία του τότε Γυμνασίου, στα 16 τους, όταν η Γιακαλού μετακόμισε με τις δυο της θυγατέρες στο χωριό για να πηγαίνει να βλέπει τον παππού τον Κώστα, θανατοποινήτη στην Ακροναυπλία -του είχαν ξηλώσει ταπεινωτικά τα γαλόνια του αντισυνταγματάρχη, έχοντας κινήσει τον Σπερχειό στο κίνημα του 1935- η γιαγιά η Μαρίκα θεωρούσε ανώριμο τον βλαστό της για γάμο και τον ήθελε ζεμένο στην φούστα της, στο χωριό' η ιστορία λέει, η μάνα μου έλεγε, η αδερφή της έλεγε, πως μπήκε στην εκκλησιά για να χαλάσει τον γάμο, ο γαλίφης ο παππούς ο Κώστας, τουλάχιστον την ηρέμησε, απεχώρησε με το κεφάλι ψηλά σείοντας με νεύρο την γούνα της... Ο γάμος ετελέσθη. Τον αδερφό είδε 3 χρονών, όταν οι δικοί μου είχαν το κάκιστο γούστο να μεταφερθούν στην γενέτειρα, για μας, κάνοντας το μεγαλύτερο λάθος της ζωής τους - η μάνα είχε ήδη ανοίξει ιατρείο Πατησίων και Σολωμού και ήταν φίσκα από ασθενείς, ήδη θήτευε ως βοηθός του κι αργότερα διαδέχθηκε στην έδρα του τον μέντορά της Στέλιο Σπεράντζα στο Πανεπιστήμιο, απεχώρησε το 1966 ως υφηγήτρια' ο πατέρας έκανε ήδη άσκηση στο μεγαλύτερο δικηγορικό γραφείο του καιρού-εκτός κείνου του Μαγιάκου, του παππού της δικής μου φίλης Νάσιας-, του θείου του εκ μητρός και καθηγητή στο Πανεπιστήμιο στο Ποινικό, πρώην υπουργό Δικαιοσύνης, τον προόριζε ως διάδοχό του και βοηθό στο Πανεπιστήμιο. Αυτά βροντήξαν αβρόχοις ποσί για να πάει δήθεν ο πατέρας να αναλάβει το νεκρό δικηγορικό γραφείο του δικού του πατέρα, τη επιταγή της αυταρχικής και στυγνής γιαγιάς Μαρίκας, μετά όλα αυτά, πώς να την συμπαθήσει κανείς? ούτε οι θυγατέρες της, την φοβούνταν αλλά δεν την αγαπούσαν-
-του λόγου μου, με συναπάντησε στην Πλατεία στα περίπου 2 1/2 χρόνια μου, υστερότερα, μαλάκωσε, θυμάμαι πως Χριστούγεννα καιρό μας έφερνε ένα υπέροχο μπλε σκούρο μπωλ με πελτέ κυδώνι. Με τούτα και μ' εκείνα, την γιαγιά δεν συμπάθησα ποτές, λόγος έτι, είμαι φτυστή, συνήθως την μισούσα.
στον Αμφιτρύωνα, Ναύπλιο, το 1960, ευτυχώς, τούτο το κακοβουλότατο ον μού επέστρεψε το πατρογονικό 5 γενεών δαχτυλίδι που εδώ κοσμεί το μικρό δάχτυλο του πατέρα.
Κατοχή ξεκατοχή, ο παππούς έφτιαξε μέγα γλέντι για τον γάμο της πρωτοθυγατέρας του,είχαν κατέβη στην Αθήνα εξεπιτούτου με τον κολλητό του Ευρίπιδη Μπακιρτζή που τους στεφάνωσε, η Γιακαλού έπαιζε ακούραστη στο πιάνο βαλς και τάνγκο και Σούμπερτ και Μπετόβεν και το Stille Nacht, τραγουδούσε, λέγανε οι αδερφές, τυρολέζικα τραγούδια, κάνοντας όλες τις φωνές, από σοπράνο ως άλτο, σαμπάνια έρρεε, χαρτιά παίξαν και το νεόνυμφο ζεύγος πέρασε μία εβδομάδα στο θρυλικό ξενοδοχείο του Απέργη στην Κηφισιά, μετά, φυσικά, πήραν όλοι τα βουνά διότι ο πόλεμος δεν είχε τελειώσει....
* το μόνο παράπονο που θα παραμείνει είναι πως ποτέ δεν άκουσα την γιαγιά μου να τραγουδάει, έτσι αγγελικά που περιέγραφαν στην οικογένειά μας, το πρώτο εγκεφαλικό την ηύρε το 1952, δεν ζούσα, αλλά συνέβη στο σπίτι μας, στην γενέτειρα, ένα πρωΐ στην αυλή, τότε που καθόταν στο πιάνο, φωνή δεν έβγαινε, τα μικρά και κομψά της χέρια -ίδια της δευτεροθυγατέρας της, της θείας Ζωρζέττας- δεν την υπήκουαν πια κι ο παππούς μάς λυπήθηκε όλους και το έδωσε το πιάνο, το δεύτερο εγκεφαλικό την ηύρε το 1958 και ήταν το οριστικό, δεν έχω εικόνα, μηδέ μνήμη, ο παππούς, αν και δεν την άντεχε, φέρθηκε ως "εις μικρός κύριος", την πήγε στην Ελβετία για αποκατάσταση, καθόταν δίπλα της, έκανε πολλά περισσότερα από όσα θα μπορούσε να αντέξει άνθρωπος' η Γιακαλού τραβήχτηκε χρόνια και χρόνια ως που πέθανε πάνω στα γενέθλιά μου, στις... Μαΐου του 1979, ετών 79- θηριώδης συγκυρία, και ο παππούς ο Κώστας πέθανε ετών 79 την 1η Φεβρουαρίου 1973- είχε ήδη συναπαντηθεί με τον δισεγγονό της. Για μέναν θα είναι πάντα η μόνη μου γιαγιά με βλέμμα υγρό και αβρούς τρόπους, άρρωστη ξάρρωστη, με πήγαινε σινεμά στην Κυψέλη τα καλοκαίρια, μου έφερνε χριστουγεννιάτικα δώρα και πάντα από το REX πάνω στην Πλατεία Κυψέλης πασχαλιάτικο αυγό, μου έκανε πλάτες στη μάνα μου να το ανοίξω πρωΐ του Μεγάλου Σαββάτου, παίζαμε παντομίμα και καραγκιόζη και με αποκαλούσε "λατρεία μου"με τα χρόνια, κι εγώ έμαθα να καταλαβαίνω τα ακαταλαβίστικα που άρθρωνε, αν η έννοια ""Γιακαλού" έχει έννοια, αυτή ήταν η δική μου γιαγιά*