16/12/20

 ανάρτηση 1963, σαν το έτος, δηλαδή, 25 Νοεμβρίου, της Αγίας Αικατερίνης, τότε που ένα μηχανάκι ενός βιοπαλαιστή έπεσε πάνω στη μάνα μου, διασχίζοντας την Κηφισίας στο ύψος της Φθιώτιδος, πηγαίνοντας στην θεία Διδώ:  2 μήνες  στο τότε Λαϊκό Νοσοκομείο, σήμερα το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων, καθηγητής ορθοπαιδικής Βουρεξάκης, 10 εγχειρίσεις, μας πήγε ο πατέρας μου μετά έναν μήνα, ένα δύσκολο κρεββάτι ορθοπαιδικό, θυμάμαι την μεταφορά στα βελούδινα μαξιλάρια καφέ -τα ξέκανα προ-ολίγου- στον μόνο μας ακτινολόγο, τον καθηγητή Βαρβέρη, τα κόκκαλα δεν λέγαν να κολλήσουν, την μάνα μου την είχε πιάσει απελπισία μετά από 8 μήνες, κάλεσε κείνον τον Βλάχο, οστεοπλάστη,διάσημο της εποχής, σήκωσε τα χέρια ψηλά, το ορθοπαιδικό κρεββάτι μεταφέρθηκε στο ιατρείο, πουλήσαμε το τελευταίο μας κτήμα με αγκυνάρες στην Πυργέλα, ο πατέρας ήταν στην απόλυτη απελπισία, στους 10 μήνες, η μάνα μου ξανάρχισε να δουλεύει από το ορθοπαιδικό κρεββάτι, της τύχαν δύσκολες εξαγωγές, 10 ώρες την μέρα, γερμένη αριστερά με το πόδι στον χιλιοστό γύψο, κρυφάκουγα  ερήμην για την απόλυτη κατάρρευση των οικογενειακών οικονομιών, ο Γιώργος γύριζε τριγύρω και μου μουρμούραγε να μην πω τίποτα, πουθενά. Στον ενάμισυ χρόνο, βγήκε ο μεγάλος γύψος και της φορέσαν έναν μικρό, σαν μπότα, εναλλάξ, πατάγαμε με τον Γιώργο και την κοπέλλα μας το τούρ, για να μπορέσει να δουλέψει η μαμά μας. Όταν έγινε η ποινική δίκη, οι δικοί μας αποποιήθηκαν την δίωξη του βιοπαλαιστή, τι να του ζητήσουν του ανθρώπου? είχε έρθει ως την πατρίδα να μας δει, ζεματισμένος, η κακιά στιγμή...

*Ουδέποτε επανήλθε κανονικά το πόδι της μητέρας μας, πάντα έστρεφε προς τα αριστερά αλλά, με λίγο τακούνι, τα κατάφερνε και δεν φαινόταν*

το θυμήθηκα σήμερα, μιλώντας με τα ξαδέρφια μου, αναζητώντας την πλήρη καταγραφή των Μακροπουκαμισαίων-Μακρήδων, προσπαθώντας να αναστηθεί ο κατάλογος των αδερφών της γιαγιάς, εγώ θυμάμαι, φιλόλογος, λέγαν πως πέθανε στα 26 της, ξανθοκάστανη, λεπτούλα, με πενς γυαλάκια, λέω πως ήταν η Ελένη, ένας ξάδερφος λέει, όχι. Ίσως η Ελευθερία, θα γιόρταζε χθες, θα την βγάλουμε την άκρη...

'Οταν ξαναπήγα στο σπίτι, πριν έναν μήνα, να ξανατραβήξω φωτογραφίες, μου έκανε πελώρια αίσθηση πως οι διαστάσεις ήσαν άλλες' θυμόμουν την βεράντα μας -με τα κολωνάκια που ο Κωστής άφησε ίδια κι επέμεινε να μην βαφτούν, κεραμιδί, πολύ μεγαλύτερη, είχε τότε πλάκες κόκκινες σκούρες-. Τώρα, μου φάνηκε πολύ-πολύ μικρότερη σε διαστάσεις, ο Κωστής μου είπε πως είναι ζήτημα μεγέθους, αν είμουν 1,50 το έβλεπα αλλιώς, τος πα, κειπέρα πλακώναμε ποδόσφαιρο με τον Γιώργο και τα σουτ, πολλές φορές καταλήγαν στην αυλή της κυρίας Ελενίτσας, διαγωνίως δεξιά, συχνά, σουτάραμε τα κορόμηλα στην κορομηλιά μας, νομίζω πως όλοι μας συμπαθούσαν και δεν μας χαλούσαν χατήρι- Ρωτάω εδώ και καιρό, να μου πουν αν θυμούνται, πώς είμουν παιδί, μάλλον συγκλίνουν: "όπως είσαι σήμερα, -είπε το ξαδερφάκι μου το πιο γκαρδιακό, το Μαράκι-: "θαρραλέα, βγαίνοντας πάντα μπροστά, φωνακλού, (εγώ?), παίζοντας ξύλο για να υπερασπισθείς τους πιό αδύναμους -αυτό, μπορεί και να το πιστέψω- αποτραβηγμένη -αυτό το υπογράφω- διαβάζοντας συνεχώς και ποδηλατώντας χωρίς χέρια-κι αυτό το θυμάμαι" 

Κάθε της Αγίας Αικατερίνης, ακόμη και τόσα χρόνια που πέθανε η μάνα μου, ανάβω ένα κερί να της πάνε όλα καλά, κειπέρα που είναι πια-

*Ιχνηλατώντας πορεία*



στο μπαλκόνι, μία πελώρια πινακίδα, άσπρα γράμματα σε μαύρο, η επωνυμία της ιδιότητας της μητέρας μου-


Michelle Gurevich - Goodbye My Dictator