30/1/18

Η ανάρτηση αφιερώνεται με σεβασμό στην μνήμη της κυρίας Marie Zadzjiewiczs και της κυρίας Ματθίλδης Εσκεναζίμ,(Esquenacimz), Εσκενάζυ, ή και Ασκενάζυ, o Al ήταν Γερμανοεβραίος, μιλάγαμε για τα Πεσσάχ και την Τορά, όταν γνώρισε την κυρία Marie, γονάτισε μπροστά της, πήρε το χέρι της και της έκανε την χαρακτηριστική Εβραϊκή κίνηση, θυμάμαι....


"Κάθομαι τώρα και σου γράφω..." εκεί, όταν γλυστράει απειλητικό το λυκόφως, με το βλέμμα στον Αργολικό που πρωτοαντίκρυσες και πάντα θα σου λείπει: τα τελευταία χρόνια συμβιώνουμε με τα διαδίκτυα, τα διαδίκτυα είναι πολύ χρήσιμα, πολλαπλώς απειλητικά, για την εισδοχή σε ιδιωτικούς χώρους, για την μη θελημένη έκθεση, για το ξεγύμνωμα που απεχθάνεσαι και σαφώς δεν επιζητείς. Αυτά, τα θυμάσαι, μπαίνεις πάλι σε διαδίκτυα -καταιγισμός- και τότε, θυμάσαι: την κυρία Ματθίλδη- την έλεγε πάντοτε Ματθίλδη, με επώνυμο Εσκενάζυ Ezquenazimz (Εσκεναζίμ=Γερμανοεβραίος), συνυπήρξαν στην Ιατρική για έναν χρόνο, σερνόταν στο καμιόνι του τραίνου για το Άουσβιτς -η μάνα σου είπανε ήταν αυτή-. Είχε πάντα την έγνοια της Ματθίλδης της -η μάνα σου είπαν ήταν αυτή-. Η κυρία Ματθίλδη, από την Θεσσαλονίκη, φυσικά, επέζησε από το Άουσβιτς,γονείς, αδέρφια, σαπούνια Μασσαλίας, μόνο τα εγγόνια της ίσως έχουν φωτογραφία της, κάπου υπήρχε μία, νιόπαντρη, όμορφη, μελαχρινή, χαμογελαστή, δεν την βρίσκω πια.
Βρέθηκε στην Μασσαλία, παντρεύτηκε έναν καλόν άνθρωπο -τον θυμάμαι μειλίχιο και ευρυμαθή, δίδασκε στο εκεί πανεπιστήμιο Εβραϊκές σπουδές. Νομίζω τον έλεγαν Ροζέ, δεν υπάρχει κανείς να το επιβεβαιώσει, ναι, τον λέγανε Ροζέ. Οι φάκελλοι από την Μασσαλία ήσαν συνεχείς, παραδίδονταν χωρίς κουβέντα στην μάνα. Το πρώτο ταξίδι της μάνας μετά από χρόνια ήταν στο Παρίσι, τότε τα τραίνα ήσαν αργά, έκανε πάνω από 24ωρο να φθάσει στην Μασσαλία, περάσαν μέρες μαζί οι φίλες, κάτι θα λέγαν, κάτι θα είπαν. Η κυρία Ματθίλδη, κυτταρολόγος γιατρός στο επάγγελμα, είχε δύο αγόρια, το 1971 ήρθε ο μικρός στην Αθήνα, η μάνα τον υποδέχθηκε μετά βαΐων και κλάδων, τον μόσχο τον σιτευτό, το καλλίτερο δωμάτιο, το πιο αναπαυτικό κρεββάτι, τον έλεγε γιόκα μου, fiston. Είχε έναν γυλιό, κρεμόταν μια κούπα καφέ σε χρώμα καφέ με σχέδια-ανοίγεις το ντουλάπι-είναι εκεί, λείπει μόνο το χερούλι-. Για πρώτη φορά στην μικρή ζωή, επετράπη ταξίδι. Πήγαμε στην Μύκονο, σεργιανίζαμε, ο μικρός, κανένα-δυο χρόνια μόλις μεγαλύτερος, διηγείτο τον καϋμό του για μια κοπελλιά, ξανθή. Η κυρία Ματθίλδη δεν ήρθε ποτέ στην Ελλάδα, η μάνα πήγε πολλές φορές να την συναντήσει, μία φορά, περάσαν μαζί μια βδομάδα στο Παρίσι.

 Η μάνα ήταν στο νοσοκομείο -εντάξει, κλινική- ήρθε ένας φάκελλος, είχε μια μαύρη ρίγα, χρόνια μετά, ο αδερφός πήγε στην Μασσαλία, δεν επέστρεψα ποτέ. Με οικογενειακή συμφωνία, δεν μιλήσαμε για την μαύρη ρίγα, προς τι, εξάλλου?
Κάθομαι τώρα και σου γράφω. -μαρτυρία- 




 

υγ. 1 ένα πελώριο handicap, δεν μπόρεσα ποτέ να κάνω λογοτεχνία την ζωή, ποτέ δεν έκανα την ζωή λογοτεχνία, για τούτο, ίσως, δεν ξέρω πώς φτιάχνονται μεγάλα κείμενα, δεν θέλω να το μάθω, μου αρκεί ό, τι έχω μάθει.
υγ. 2. πήγα το 1975 να σπουδάσω στο Παρίσι, η σημερινή μου νύφη έμενε στο σπίτι της κυρίας Zadzjiewiczs, ήταν μια ψηλή κυρία, μεγάλη, ευγενής αρχόντισσα, με υπέροχα χέρια, γκρίζα κοντά μαλλιά-σαν τα δικά μου περίπου σήμερα-, λογίστρια, δούλευε σε πολλά γραφεία, έβγαζε δύσκολα τον επιούσιο, είχε μία κόρη την Αννιέσκα, εκείνη, δεν την ήθελε, παρ' όλα αυτά, η κυρία Μαρί επέμενε, κάθε Κυριακή, δούλευε ακόμη και τα Σάββατα ως αργά, όταν έμπαινε στο σπίτι είχε πάντα κάποια όμορφη κουβέντα να πει, πολύ ευγενής αλλά εξαιρετικά λιγόλογη και με μιάν διάχυτη μελαγχολία, έπαιρνε τον προαστειακό και πήγαινε στο σπίτι τους με τον άντρα της Αννιέσκας για να δει τα εγγόνια της, της φέρονταν σαν σε σφουγγαρόπανο. ‘Όταν γύριζε και τύχαινε να είμασταν εκεί, καμιά φορά της ξέφευγε λίγη από την πίκρα,-ελάχιστη, ήταν τόσο μα τόσο αξιοπρεπής.... για μέρες, είχαμε σφιγμένο το στομάχι.(μουρμούριζα, μα πώς είναι δυνατόν να φέρεσαι έτσι στην μητέρα σου.....)  Μου έμαθε τις πρώτες φράσεις στα πολωνικά, πόσο πιο ευγνώμων πια?
Είχε μιαν απίστευτη αξιοπρέπεια στην φτωχημένη της ζωή, την αύρα κείνης της αστικής τάξης που καρβουνοποιήθηκε στο Au
schwitz, στον αριστερό της βραχίονα ένας γνωστός αριθμός, μαρκαριστός. Την ντρεπόμουν πολύ για την ιστορία της, στις κορνίζες ήταν ο άντρας της ο κύριος Jacob, ένας όμορφος άντρας, αστός, με γυαλάκια, ήταν τότε καθηγητής Φυσικής στο Πανεπιστήμιο της Κρακοβίας, όταν διαβάζω ή ακούω για το Ολοκαύτωμα πάντα θα θυμάμαι την κυρία Zadzjiewizcs και τον άντρα της που γίνηκε σαπούνι Μασσαλίας, δεν πιστεύω να πιστεύετε πως θα χρησιμοποιούσαμε στο δικό μας σπίτι αυτό το σαπούνι?







Hadjidakis-Fleury Dadonaki: I love you - Σ' αγαπώ

Που πια δεν έχω τίποτε άλλο Μες στους τέσσερις τοίχους, το ταβάνι, το πάτωμα Να φωνάζω από σένα και να με χτυπά η φωνή μου Να μυρίζω από σέν...