Για την Αθηνά
εις μνήμην
εις μνήμην
Της Ο, του Γιώργου και της Στέλλας, της Λουκίας
Μην γυρίσεις
να κοιτάξεις
μάτια μου
όσο κι αν
οι υλακές
ουρλιάζουν αντιθέσεις
πόρτες σφαλιχτές
ρόπτρο αθόρυβο
αμήχανες παλάμες
??? τίποτα να μην ανοίγει στους κήπους μας???
ακούς τη Φιλαρμονική να παιανίζει ή ξέχασες πια???./
Τα τραγούδια μας φτάνανε
στις Μανωλάτες
κι έλεγες: /Θα ξαναγυρίσουμε στον εαυτό μας
αβρόχοις ποσί/
στα Πλατανάκια
τα ρυάκια
σκαρώνανε στίχους
αγγλιστί λίγο πριν
την εκπνοή σου/
Θαύμαζα απλώς
τα χέρια
γραπωμένα
σε υφή
χαρτιού.
/ πήγαμε
να πεις
ένα γεια
στις
Καρλοβασίτικες πέτρες
του Ρίτσου
μας άνοιξε
φιλόξενa
χέρια
του τότε.
τσιγάρα
στο
περίπτερο
Λιοντάρια
στο
τρίστρατο
τα πόδια γυμνά
\\\ποιος θα κατασπαράξει ποιόν???
προφυλάσσομαι
και????--???
σήκωσε κύμα
απόψε
??? τ’ ακούς~~~~????
τα μπλόκια
πνιγήκαν
δεν πρόλαβες
να δεις….
το Μαλαγάρ’ μας έτσι…\
σε αόρατους
ποδηματισμούς
ανεβασιά
του
ορίζοντα
σκαλιά στο τίποτα,
κουραστήκαν
οι ανάσες
σκαρφαλώνω
τρία-τρία
τα σκαλιά
«βηματισμός
λαφίνας»
έψαλλες
στους
«Διόσκουρους»
και το παιδί
έσκουζε
κατά κράτος.
θυμήθηκα…..
φλασκί
κρεμασμένο
από Opium
-καλησπέρα -….
κρύσταλλα
ραμφίζουν τα τώρα
ούτε
οι επίγονοί σου
θυμούνται,
εσύ??
?στο κρύο μπλε μἀρμαρο
φροντίδει??
Οι θάλασσες
του
Νότου πνίξανε
ιώνιες γαίες
είπαμε:
το πιο κοντινό φυλάκιο,
εμείς μαζί,
απέναντι\
η
Μυκάλη
κοινή
χείμαρρος
σε Νείλο
αβαθή
σκάβεις
στις υπερώες
του νου\άγνωστα στοιχεία\επιεικώς αναλυμένα/…
ιλύς
των
παραισθήσεων
όχθες
του χθες
Η σκιά
στ’ Αυλάκια
κι έλεγες:
«τίποτα σαν τη Μουρτιά»
απαντούσαμε εν χορώ:
--το καφενείο
κι η
σπηλιά--
Δεν
φτάναν πάλι
τα πέδιλα
-προδομένες
απλωτές….
Χαιρετούσες
απ’ την ακτή
την κόμη
ανεμιστή
ακροπάτητες
αφίξεις
σε βιβλιοθήκες-
γυμνές
από εμάς
κι ας
είναι
πεπληρωμένη
η Αλεξάνδρειά σου.
Εμείς
ταρακουνημένοι
πλόες
προς
το
Kusadaşi
κι
έπειτα
λέμε ...
Τι έφταιξε
και δεν
ξημερώσαμε
μαζί
στη
Χρυσή ακτή;
στις σκηνές
με τις κυματίζουσες
θάλασσες
τα σἐκ
και τα ροδιά επέκεινα,
γυμνοί
στο απέναντι????
Απρίλης 2012