Να ριχτεί αλάτι
στη σιγή,
να μην ξανανοίξουν άλλες πληγές
-λευκοπλάστης χιαστί-
αρκετά ταξιδέψαμε
σε παραδείσους λάθρα
με τον ήλιο καταπρόσωπο
να γδέρνει τη ματιά μας-προβιά
σε θολά τοπία-
χωρίς πυξίδες
χωρίς είδωλα
καρφωμένα σε ειδώλια
αμφίβολης προέλευσης,
ξενισμένοι
από μας.
Να μην χρειαστούν νέες πορείες
σε αγκαθωτούς σταυρούς
Κάποτε
να έρθει
αβίαστο
το γέλιο
κι ο χρόνος
να μας ανήκει.
να θαφτεί
οριστικά
η λεοντή
της άχαρης υπεροψίας
εκατέρωθεν
η παράδοση
θα καταπλεύσει
θριαμβευτικά,
δεν θα είναι λιγότερο παράδοση, όμως.
τότε,
θα γελάσει
ολόγιομος ο ήλιος
πάνω σου
να φωτίσει όλες μου τις λησμονημένες φεγγαρόστρατες.
στη σιγή,
να μην ξανανοίξουν άλλες πληγές
-λευκοπλάστης χιαστί-
αρκετά ταξιδέψαμε
σε παραδείσους λάθρα
με τον ήλιο καταπρόσωπο
να γδέρνει τη ματιά μας-προβιά
σε θολά τοπία-
χωρίς πυξίδες
χωρίς είδωλα
καρφωμένα σε ειδώλια
αμφίβολης προέλευσης,
ξενισμένοι
από μας.
Να μην χρειαστούν νέες πορείες
σε αγκαθωτούς σταυρούς
Κάποτε
να έρθει
αβίαστο
το γέλιο
κι ο χρόνος
να μας ανήκει.
να θαφτεί
οριστικά
η λεοντή
της άχαρης υπεροψίας
εκατέρωθεν
η παράδοση
θα καταπλεύσει
θριαμβευτικά,
δεν θα είναι λιγότερο παράδοση, όμως.
τότε,
θα γελάσει
ολόγιομος ο ήλιος
πάνω σου
να φωτίσει όλες μου τις λησμονημένες φεγγαρόστρατες.
Cut
Ένα μακρύ καλοκαίρι
αχνοχαράζει
σε σκουροροδινομαβί
Η ομίχλη των ματιών
σου
εμποδίζει τον
ορίζοντα
ν’ ανοιχτεί
κόβει το απλωμένο
χέρι του
απ΄τον αγκώνα
το κολόβωμα
πλέει
στις ήμερες θάλασσες
του εμείς.
‘Ενας ανοιχτός
ορίζοντας
δεν αφήνει το
καλοκαίρι
να εμφανιστεί.
Κλείνεται σαν φίδι
γύρω του,
το πνίγει
στις απλωσιές των
φιλιών του.
Ύστερα
έφτασε ο θάνατος.
Cut.