Χθες, ένας από τους ποιητές "του άστεως", μία από τις εμβληματικότερες (και στα ώριμα πλέον μάτια μου) εξοχώτερες φωνές της ονομαζόμενης "γενιάς του ΄70", μας άφησε για άλλες σφαίρες:
«Μόνο τσιγάρα και ένα πακετάκι με ποιήματα για το δρόμο»
~~~~~~~~~~~~~
Το τραγούδι
ξετυλίγεται τριχιά για το λαιμό
του
κρεμασμένου. Και ο κρεμασμένος μπορεί
την
τελευταία στιγμή να γλιτώσει. Εσύ όμως
που λες το
τραγούδι είναι βέβαιο ότι θα πεθάνεις,
με ένα
τσιγάρο στο στόμα - χωρίς να ξέρεις
ότι είναι το
τελευταίο σου - μιλώντας ακατάπαυστα
για
καθημερινές βλακείες, για πολιτική
οικονομία,
για δημόσια οικονομική. Θα πέσεις
άπνους με το
τσιγάρο αναμμένο, το κασκόλ
στον αέρα
και το αλκοόλ χυμένο στο παντελόνι.
Η φωνή σου
δεν θα απειλεί κανένα πια και η
τελευταία
σου λέξη θα 'ναι μια πέτρα μπηγμένη
στο χώμα.
~~~~~~~~~~~~~
Δεν με
χωράει το σώμα μου. Θέλω να επεκταθώ,
να φύγω.
Ανοίγω τη βρύση. Τρέχει το νερό.
Τρέχει η
νύχτα. Σκύβω να πιω, να ξεχάσω.
Κτυπάω πάνω
στο πεθαμένο μου πρόσωπο.
Ανάβει μια
φωνή. Φωνή της σιωπής. Η ροή
της μνήμης
με τινάζει πίσω στο κορμί σου. Τώρα
που γράφω το
φεγγάρι χάνεται στα σκέλια
σου και το
χορτάρι ψηλώνει άγριο, κόκκινο, σαν
φωτιά. Όλα
τ' άλλα τυλιγμένα σε υαλοβάμβακα.
Μόνο τα
μαλλιά σου τρίζουν και μεγαλώνουν,
αγνοώντας τα
πολιτικά συστήματα και
την
τριγωνομετρία.
(συλλογή "Φωτοτυπίες", 1987, εκδ. "Κέδρος")
6
Πολλοί άνθρωποι άσπρισαν
γύρω μου. Γίνανε ασβέστης.
– Με την κιμωλία τους
γράφω ποιήματα –
(συλλογή: «Τα οστά» (1982) -περιλαμβάνεται στην συγκεντρωτική έκδοση «Γιάννης Κοντός, Τα ποιήματα
(1970-2010)», εκδ. Τόπος 2013.).
Καλό δρόμο, λοιπόν...