Azotea*
* δώμα
Η azotea
έλαμπε
απ’ το μωβ-ροζ της μπουκαμβίλιας
που είχες φυτέψει βιαστικά
για να μας βρει με λουλούδια.
H
θλίψη μου
φωτιζόταν
απ’ τον προγονικό πολυέλαιο.
Η εφηβεία σου
χαμογελούσε ιππαστί
απ’ το κάδρο.
Κοινή μας αγάπη τ' άλογα/
εγγραφές στον πέρα νου
Ύστερα ήρθε
η μόνη
Zona Rosa
που ξέραμε κι οι δυό
μες στη γκρίνια της δωδεκάτης
τα πάντα αερόπλανα
και η παντελής έλλειψη ανάσας
φτάνοντας στη Μέριδα
τα
χέρια
στον πάγκο
Όταν πάτε στη Μέριδα
να το αναζητήσετε, Μισιόν το ξενοδοχείο
κενά μνήμης, φυσικά/
το λένε
στέγασε
τελευταίες γκρίνιες
και τελευταίες
αισθήσεις
αισθήσεις
-λένε, μετράνε, τι να σας πω
από αυτό το ύψος καντηλιού, κάποιοι
θα ξέρουν
δεν μπορεί,
ίσως κι εκείνος ο πάγκος
που μας στέγασε
ευγενικά.
Ο μπλε παραστάτης
τις φιγούρες μας
στην τελευταία φωτογραφία
μαζί.
Μόνο μιάν αίσθηση
του εσύ
πήρα μαζί μου
απ’ το χέρι σου
φευγαλέα στο πρόσωπό μου.
Και το πάντα
απαστράπτον
χαμόγελό σου
να χαράζει
την απελπισία
του τίποτα./
Τι να θυμόμαστε κι εμείς για τόσα νερά cenote
πίσω;
Μια
κλειστοφοβία
σαφώς
τα
ρέστα
να τα αποδώσετε
στον Δάντη.
Α, η νοσταλγία
κάνει κακό
στα γόνατα/
άλλο Ανάπλι
άλλο Celestún
να σε προσέχεις...
βαραίνουν
κι άλλο
οι μνήμες
μην σ' ακούσω
να ξανα~πεις
/δεν
έχουμε ζωή/
καντήλια\
ξέρεις εσύ.../
ήταν
κι εκείνη
η Σαντορίνη
με όλα
τα γυαλιά
έξω
και τα δόντια
μέσα
/δεν μπορεί;
κάτι
γράφτηκε
σ' εκείνη
την άμμο\
τι διάολο?
λες?
έτσι θα είναι
πάντα
το Μιραμάρ
κι η ζωή
σκέτα